φάκιον

φάκιον
τὸ, Α [φακός]
αφέψημα φακών, που τό χρησιμοποιούσαν ως εμετικό.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • φάκιον — decoction of lentils neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φακίοισι — φάκιον decoction of lentils neut dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φακίου — φάκιον decoction of lentils neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φακίων — φάκιον decoction of lentils neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φακίῳ — φάκιον decoction of lentils neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φάκια — φάκιον decoction of lentils neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ФАКИЕН —    • Phacĭum,          Φάκιον, горная крепость в фессалийской области Пеласгеотид, может быть, на правом берегу Пенея, около нынешней деревни Алифага. Thuc. 4, 78. Liv. 32, 13. 36, 13 …   Реальный словарь классических древностей

  • Σώπατρος — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Κύπριος συγγραφέας σατιρικών δραμάτων, που έζησε στην εποχή του Μεγάλου Αλέξανδρου και του Πτολεμαίου. Έγραψε τα έργα Φακή, Βακχίς, Βακχίδος γάμος, Βακχίδος μνηστήρες, Ιππόλυτος, Γαλάται, Ευβουλοθεόμβρο τος, Κνιδία,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”